Αξίζουν 100 εκατ.για χωράφια που θα ξαναγίνουν λίμνη;

588

Οκτακόσιοι ιδιοκτήτες απαιτούν πίσω τα πλημμυρισμένα κτήματά τους. Η Πολιτεία τους το έχει υποσχεθεί. Αλλά οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η περιοχή θα ξαναπλημμυρίσει

«Υπάρχει µεγάλη αντίδραση». «Το κόστος των αποζηµιώσεων για τα βυθισµένα χωράφια θα καλυφθεί στο ακέραιο». «Ο,τι ήταν χωράφι πρέπει να ξαναγίνει χωράφι». Αυτές είναι οι φράσεις που ακούς από όλους τους παροικούντες τη λίμνη Κάρλα, όπου 180.000 στρέμματα παραμένουν βυθισμένα (μέτρηση 19 Δεκεμβρίου 2023) κάτω από το νερό από τον περασμένο Σεπτέμβριο ως αποτέλεσμα των πλημμυρών που προκάλεσε η κακοκαιρία «Daniel» στη Θεσσαλία. Σύμφωνα με τις μετρήσεις των επιστημόνων, θα χρειαστούν τουλάχιστον δύο χρόνια για να αποτραβηχτούν τα νερά, εφόσον βεβαίως δεν υπάρξει εν τω μεταξύ έντονη βροχόπτωση.

Λέγεται συχνά ότι μια καταστροφή είναι ευκαιρία για να εντοπιστούν τα λάθη και να γίνει ένα νέο ξεκίνημα. Στην περίπτωση της Κάρλας, πολιτικό προσωπικό, αρκετοί επιστήμονες και κάτοικοι θέλουν όλα να μείνουν όπως πριν από 60 χρόνια, όταν αποφασίστηκε η αποξήρανση της λίμνης, όταν οι περιβαλλοντικές, κοινωνικές, οικονομικές συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές. Η Κάρλα θα παραμείνει αποκλειστικά γεωργική γη ακόμη και αν το οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος είναι δυσανάλογα υψηλό. Ενδεικτικά, οι αποζημιώσεις για τα στρέμματα που ήταν καλλιεργήσιμα και τώρα βρίσκονται κάτω από το νερό θα ξεπεράσουν τα 40 εκατ. ευρώ (40.394.378 σύμφωνα με το πρόγραμμα που υποβλήθηκε στην Ε.Ε.).

«Η λίμνη Κάρλα είναι ευάλωτη περιοχή. Είναι απολύτως πιθανό η λίμνη να πρέπει να αυξηθεί σε μέγεθος έτσι ώστε να εξυπηρετήσει πλημμυρικά φαινόμενα ώστε να αποτρέψει, για παράδειγμα, να πληγεί από πλημμύρα η πόλη της Λάρισας», ανέφερε στο πρώτο κείμενο που παρέδωσε η HVA International, η oλλανδική εταιρεία η οποία έχει αναλάβει τη σύνταξη του master plan, της στρατηγικής που πρέπει να ακολουθηθεί τα επόμενα χρόνια για να γίνει η Θεσσαλία περισσότερο ανθεκτική στις πλημμύρες. Λόγω της κλιματικής κρίσης, τα ακραία καιρικά φαινόμενα αναμένεται να εκδηλώνονται όλο και συχνότερα στην περιοχή. Ομως, υπό την πίεση των ιδιοκτητών των χωραφιών που προέκυψαν από την αποξήρανση της λίμνης το 1962 –οι εκτάσεις των οποίων τώρα βρίσκονται κάτω από το νερό– οι όποιες εναλλακτικές λύσεις δεν συζητούνται.

Ο κ. Δημήτρης Γούσιος, γεωγράφος – χωροτάκτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας στο τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, προτείνει να ανοίξει ο διάλογος όσον αφορά στη λίμνη Κάρλα. Η επένδυση, λέει, την οποία θα κάνει το κράτος στην περιοχή θα μπορούσε να αποδώσει περισσότερο τόσο για το περιβάλλον όσο και για τους κατοίκους. «Πρέπει να μετρήσουμε τη λίμνη ως φυσικό πόρο και να εκπονηθεί ένα σύνθετο σχέδιο που θα ενσωματώνει τη γεωργία, τη βόσκηση των ζώων, τον τουρισμό και τη διαχείριση του περιβάλλοντος. Η λογική “φέρτε μας πίσω τα χωράφια” είναι μια τυφλή διεκδίκηση που υποβαθμίζει την αξία της λίμνης», τονίζει.

«Η λογική “φέρτε μας πίσω τα χωράφια” είναι μια τυφλή διεκδίκηση, που υποβαθμίζει την αξία της λίμνης».

Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι δυνατόν να επιμένουμε να παραγνωρίζουμε ότι η λίμνη Κάρλα αποτελεί τη φυσική δεξαμενή υποδοχής του πλεονάζοντος νερού, καθώς τα πλημμυρικά φαινόμενα θα συνεχιστούν στην περιοχή. Το οικονομικό κόστος για να επιστρέψουν οι πλημμυρισμένες εκτάσεις στην προηγούμενη κατάσταση είναι μεγάλο. Και βέβαια, με κάποιον τρόπο θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι τα χωράφια της Κάρλας καθώς και η γύρω περιοχή δεν θα πλημμυρίσουν ξανά.

Αξίζουν 100 εκατ.για χωράφια που θα ξαναγίνουν λίμνη;-1

Ομάδα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μεταξύ των οποίων ο καθηγητής κ. Νίκος Δαναλάτος, έχει προτείνει τη διάνοιξη έξτρα σήραγγας με μεγαλύτερη διατομή προς το Αιγαίο, ώστε να διοχετεύονται τα επιπλέον νερά. Το έργο εκτιμάται ότι θα έχει κόστος 150-200 εκατ. ευρώ, ωστόσο πηγές από την ερευνητική ομάδα που συντάσσει το master plan για τη Θεσσαλία ανέφεραν στην «Κ» ότι «δεν υπάρχει λόγος να κατασκευαστεί μια τέτοια σήραγγα εφόσον υπάρχουν άλλες λύσεις. Αλλωστε, η κατασκευή αυτή θα χρειαστεί αρκετά χρόνια και στο μεταξύ το πρόβλημα θα συνεχίσει να υφίσταται», σημειώνουν. Οι τελικές αποφάσεις βρίσκονται φυσικά στα χέρια των πολιτικών. «Εμείς είμαστε ο γιατρός και μας έχουν ζητηθεί συμβουλές», τονίζει η ίδια πηγή. «Αν ο ασθενής τις ακολουθήσει, είναι άλλο θέμα», εξηγεί.

Η Περιφέρεια Θεσσαλίας, διά στόματος του περιφερειάρχη Δημήτρη Κουρέτα, πρότεινε πριν από μία εβδομάδα να τοποθετηθούν σε διάφορα σημεία της λίμνης που βρίσκονται ακόμη κάτω από το νερό αντλίες, με σκοπό την απάντληση των νερών και την επαναφορά των καλλιεργήσιμων αγροτικών εκτάσεων. «Θα κερδίσουμε έτσι μια καλλιεργητική περίοδο και αρκετά χρήματα. Ολο το κόστος θα είναι περίπου 25 εκατ. ευρώ», τόνισε. Πάντως, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης σχεδιάζει την εξασφάλιση κονδυλίων για την αποζημίωση των καλλιεργητών και για τα δύο επόμενα χρόνια εφόσον χρειαστεί. Ηδη, σύμφωνα με όσα ανακοινώθηκαν, υποβλήθηκε την προηγούμενη Πέμπτη στην Κοινότητα το τελικό διαμορφωμένο Τεχνικό Δελτίο του Μέτρου 10.01.11. Το πρόγραμμα έχει συνταχθεί στο πρότυπο του προγράμματος για τη νιτρορύπανση και προβλέπεται να χρηματοδοτηθεί με κονδύλια από τη μεταβατική περίοδο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) (2021-2022) που προέκυψε λόγω του κορωνοϊού. Δεν είναι ακόμη γνωστό αν η αποζημίωση θα είναι η ίδια για όλες τις καλλιέργειες που υπήρχαν στην περιοχή (βαμβάκι, σιτηρά, μηδική, βιομηχανική ντομάτα κυρίως, και περίπου 2.500-3.000 δέντρα, εκ των οποίων το 80% φιστικιές.

Υπολογίζεται ότι στα στρέμματα που βρίσκονται βυθισμένα υπάρχουν 1.300 εκμεταλλεύσεις, ενώ η ιδιοκτησία της γης ανήκει σε περίπου 800 άτομα, αρκετά από τα οποία δεν καλλιεργούν τα ίδια, αλλά νοικιάζουν τα κτήματά τους. «Οταν το κράτος κάνει μια επένδυση, θα πρέπει να μετρήσει το κόστος σε σχέση με την ωφέλεια. Αν, για παράδειγμα, πληρώσουμε 100 εκατ. (απάντληση και αποζημιώσεις), ποιο θα είναι το όφελος για την περιοχή αλλά και τους ίδιους τους ωφελούμενους τα επόμενα χρόνια;», εξηγεί ο κ. Γούσιος. Η πρόσοδος για τους ιδιοκτήτες που νοικιάζουν τις εκτάσεις είναι περίπου 50-60 ευρώ το στρέμμα (σύμφωνα με τους καλλιεργητές). Αν κάποιος καλλιεργεί βαμβάκι για παράδειγμα, τότε το κέρδος του κατά μέσον όρο είναι 50 ευρώ τον μήνα εφόσον είναι ιδιοκτήτης. «Αν δεν έχει την ιδιοκτησία της γης, σημαίνει ότι κατά μέσον όρο θα του μείνει μόνο η επιδότηση 73,3 ευρώ το στρέμμα», εξηγεί ο γεωγράφος. «Αξίζει αυτή η επένδυση για τους επωφελούμενους ή για το κράτος;», αναρωτιέται. «Και σε 10 χρόνια σε ποιους θα ανήκει αυτή η γη; Σε αυτούς που μένουν στην περιοχή ή σε κάποιον που θα αγοράσει μαζικά στρέμματα; Με αυτόν τον τρόπο θα ενισχυθεί η τοπική ανάπτυξη;».

Ο κ. Γούσιος τονίζει ότι σε καμία περίπτωση οι άνθρωποι δεν πρέπει να χάσουν τις ιδιοκτησίες τους. «Προτείνω να βρούμε τους πραγματικούς ωφελούμενους και να συζητήσουμε τι θέλουν για το μέλλον, έτσι ώστε να έχει αξία η επένδυση που θα κάνει το κράτος. Αρκεί να κοιτάξουμε τα αντίστοιχα πρότζεκτ σε άλλες χώρες και με ποια κριτήρια προκρίνονται τέτοια σχέδια παρέμβασης σε περιοχές, προκειμένου να υπάρχει πολλαπλό όφελος. Η Κάρλα είναι ένας πόρος πολυδιάστατος. Δεν είναι ανάγκη να το βλέπουμε στα στενά όρια ανάπτυξης του ’60», προσθέτει.

ΠΗΓΗ:kathimerini.gr