25 Νοεμβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Εξάλειψης της Βίας κατά των Γυναικών

2206

Της Κατερίνας Πέττα

Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, με απόφασή της στις 17 Δεκεμβρίου 1999, ανακήρυξε την 25η Νοεμβρίου ως Παγκόσμια Ημέρα Εξάλειψης της Βίας κατά των Γυναικών για να αναδείξει ένα σημαντικό πρόβλημα με παγκόσμια διάσταση. Η ημέρα αυτή είχε ήδη καθιερωθεί από το 1981 όταν γυναικείες οργανώσεις θέλησαν να τιμήσουν τη μνήμη των τριών αδελφών Μιραμπάλ, πολιτικών αγωνιστριών από την Δομινικανή Δημοκρατία, που βασανίστηκαν, ξυλοκοπήθηκαν και στραγγαλίστηκαν μέχρι θανάτου, κατ’ εντολή του δικτάτορα Τρουχίλο, στις 25 Νοεμβρίου 1960.

Η βία κατά των γυναικών έχει πολλές εκφάνσεις. Οι πιο γνωστές της είναι:

•η σεξουαλική που περιλαμβάνει το βιασμό, την αιμομιξία και οποιαδήποτε μορφή σεξουαλικού καταναγκασμού, παρενόχλησης και παραβίασης που επιβάλλεται στη γυναίκα- θύμα ενάντια στη θέλησή της, συμπεριλαμβανομένης και της έκθεσης σε πορνογραφικό υλικό, καθώς, επίσης, και της εκπόρνευσης.

•η σωματική που περιλαμβάνει από ήπιες μέχρι και άγριες σωματικές επιθέσεις (π.χ. σπρώξιμο, τράνταγμα, κλείδωμα στο σπίτι, χαστούκια, πρόκληση εγκαύματος με χρήση αιχμηρών ή άλλων αντικειμένων όπως ζώνης, καρέκλας κλπ, τη βία που ασκείται σε βάρος γυναίκας που κυοφορεί με σκοπό να προκληθεί αποβολή του κυοφορούμενου και εν γένει κακώσεις που μπορεί να καταλήξουν μέχρι και σε μόνιμες σωματικές βλάβες, αναπηρία ή ακόμα και στο θάνατο). Η σωματική βία συνοδεύεται πάντα και από συναισθηματική βία.

•η συναισθηματική ή ψυχολογική που περιλαμβάνει σχήματα συναισθηματικής κακομεταχείρισης, δηλαδή συμπεριφορά με επιθετικό, απειλητικό ή υποτιμητικό ύφος και τόνο και εν γένει συμπεριφορά που αποσκοπεί στην περιφρόνηση προς το θύμα που κυρίως είναι γυναίκα με στόχο την αποδυνάμωση και υποταγή της.

Περιπτώσεις συναισθηματικής ή ψυχολογικής βίας είναι και οι εξής:

Ο έλεγχος στη ζωή της γυναίκας- θύματος, με την έννοια της κακόβουλης κυριαρχίας και εξουσίας επάνω της,

Η απομόνωση από την οικογένεια, τους φίλους, την εργασία και την κοινωνική ζωή, ως τρόπος διατήρησης της βίας, καθώς η γυναίκα- θύμα θα αναζητήσει δυσκολότερα υποστήριξη,

Η παθολογική ζήλια, ως ένα ακόμη είδος ελέγχου, που εκδηλώνεται με τη μορφή συνεχούς καχυποψίας, αστήρικτης απόδοσης προθέσεων και τάσης για ολοκληρωτική κατοχή,

Η υποτίμηση για τις διανοητικές ικανότητες, την εμφάνιση, τη σεξουαλικότητα κλπ, καθόσον μέσω της περιφρονητικής στάσης και των προσβολών, επιδιώκεται να θιγεί η αυτοεκτίμηση της γυναίκας αλλά και η αποδόμηση της προσωπικότητάς της,

Οι πράξεις εκφοβισμού ή απειλές (π.χ. εκτόνωση σε αντικείμενα), ως επίδειξη δύναμης.

Ένας σημαντικός κοινωνικός μηχανισμός που εμποδίζει τη βία κατά των γυναικών να επιλυθεί σε κοινωνικό επίπεδο είναι οι στερεότυπες αντιλήψεις για τα φύλα στη βάση μιας πατριαρχικά δομημένης κοινωνίας ανά τους αιώνες, όπως αυτές δημιουργούνται, αναπαράγονται, ενισχύονται και συντηρούνται κυρίως:

•από την οικογένεια καθώς διαφέρει η συμπεριφορά και οι προσδοκίες των γονιών απέναντι στα παιδιά τους ανάλογα με το φύλο τους,
•στο σχολείο λόγω της έλλειψης ανθρωπιστικών μαθημάτων και ιδιαίτερα εκείνων που αφορούν στην ισοτιμία των φύλων και στην ανάγκη αλληλοσεβασμού και αλληλεγγύης των ατόμων σε οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό επίπεδο ανεξαρτήτως φύλου,
•από τον κοινωνικό περίγυρο με την αποσιώπηση, την ανοχή και την αδιαφορία του σε καταστάσεις ανισότητας των φύλων σε όλους τους τομείς και
•από τις νέες δυνάμεις κοινωνικοποίησης (ΜΜΕ και άλλες νέες Τεχνολογίες Πληροφόρησης) που δεν αντικατοπτρίζουν απλά την κυρίαρχη πατριαρχική ιδεολογία και τα έμφυλα στερεότυπα, με βάση τα οποία οι γυναίκες θεωρούνται υποδεέστερα όντα από τη «φύση» τους, αλλά παίζουν σημαντικό ρόλο και στην κατασκευή τους.

Επιπρόσθετα, η οικονομική κρίση, ως ένα πολυδιάστατο κοινωνικό και οικονομικό φαινόμενο, δυνητικά πολλαπλασιάζει τα περιστατικά (απόπειρας) άσκησης βίας και επιβολής σε σχέσεις ήδη δυσλειτουργικές με άμεσες ή και μακροχρόνιες σοβαρές επιπτώσεις στην φυσική, σεξουαλική, ψυχική και πνευματική υγεία των γυναικών- θυμάτων που σε αρκετές περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και στον θάνατο.

Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, η Τηλεφωνική Γραμμή SOS 15900 από την έναρξη λειτουργίας της (11/03/2011) έως και σήμερα έχει δεχθεί 37.482 κλήσεις. Αξίζει να επισημανθεί ότι, ειδικά κατά το έτος 2018, δέχτηκε 5.088 κλήσεις εκ των οποίων οι 4.116 (81%) αφορούσαν σε καταγγελίες περιπτώσεων έμφυλης βίας. Πιο συγκεκριμένα, οι 2.864 κλήσεις (70%) αφορούσαν σε καταγγελίες των ίδιων των κακοποιημένων γυναικών, ενώ οι 1.252 κλήσεις (30%) αφορούσαν σε καταγγελίες από τρίτα πρόσωπα. Από τις 2.864 κλήσεις που αφορούσαν σε καταγγελίες των ίδιων των κακοποιημένων γυναικών, οι 2.519 κλήσεις (87%) αφορούσαν σε ενδοοικογενειακή βία με δράστη κυρίως τον σύζυγο και οι 110 κλήσεις (4%) σε σεξουαλική παρενόχληση. Τα αιτήματα των κλήσεων αυτών αφορούσαν σε ψυχοκοινωνική στήριξη (41%), νομική συμβουλευτική (33%), νομική βοήθεια (7%) και αναζήτηση φιλοξενίας (7%) (Πηγή: Μαρία Συρεγγέλα – Γενική Γραμματέας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ»).

Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, είναι χαρακτηριστικό πως στη διάρκεια της τετραετίας 2014-2017 σημειώθηκαν περισσότερα από 13.700 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, με τις γυναίκες να αποτελούν περίπου το 70% των θυμάτων. Ενδεικτικά, το 2017, σημειώθηκαν 3.134 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας με 4.243 θύματα συνολικά (Πηγή: Ιωάννα Ροτζιώκου- Εκπρόσωπος Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, «Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων») και το 2018, οι γυναίκες που δολοφονήθηκαν από τους συζύγους ή τους συντρόφους τους ήταν 13, έναντι 7 το 2017 (Πηγή: Γρηγόρης Λέων- Πρόεδρος Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρείας, «Αμαρυσία»).

Ταυτόχρονα, το ίδιο χρονικό διάστημα (2014-2017) έχουν σημειωθεί στην Ελλάδα περισσότερα από 760 περιστατικά βιασμών (τετελεσμένων ή απόπειρας) με τα θύματα στην πλειοψηφία τους να είναι και πάλι γυναίκες (Πηγή: Ιωάννα Ροτζιώκου- Εκπρόσωπος Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, «Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων»). Ωστόσο, όπως επισημαίνουν στελέχη της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρείας, τα περιστατικά βιασμών που πιστοποιούνται και ακολουθούν τη νομική οδό είναι ελάχιστα λόγω της έλλειψης ιατροδικαστικών δομών αφού «οι μισοί τουλάχιστον νομοί της χώρας μας δεν διαθέτουν ούτε έναν ιατροδικαστή».

Την ίδια ώρα, τα αριθμητικά δεδομένα που σχετίζονται με την εμπορία ανθρώπων (γνωστή με τον διεθνοποιημένο όρο «human trafficking») είναι εφιαλτικά, καθώς στη διάρκεια της τετραετίας 2014-2017 έχουν καταγραφεί πάνω από 110 υποθέσεις εμπορίας ανθρώπων, με τις γυναίκες και τα κορίτσια να αποτελούν κατά προσέγγιση το 70% των θυμάτων. Ειδικά κατά το έτος 2018, καταγγέλθηκαν 27 νέες τέτοιες υποθέσεις με 30 θύματα συνολικά εκ των οποίων τα 26 είναι γυναίκες και κορίτσια (Πηγή: Ιωάννα Ροτζιώκου- Εκπρόσωπος Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, «Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων»).
Στην Ελλάδα της κρίσης, οι δομές υποστήριξης κακοποιημένων γυναικών αντανακλούν τόσο τις ελλείψεις του κοινωνικού κράτους όσο και την γενικότερη αντίληψη περί βίας. Οι περισσότερες γυναίκες- θύματα βίας λόγω του φόβου κοινωνικού στιγματισμού τους δεν αναφέρουν τις προσωπικές τους εμπειρίες στις αρμόδιες αρχές (Αστυνομία, Εισαγγελία) ούτε ενθαρρύνονται να το πράξουν λόγω της επιλεκτικής άγνοιας ολόκληρης της κοινωνίας. Με βάση αυτά τα δεδομένα, σε συνδυασμό και με την ανυπαρξία ενός εθνικού φορέα καταγραφής των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, τα διαθέσιμα στοιχεία για την έκταση και τη φύση της βίας που βιώνουν οι γυναίκες δεν αποτυπώνουν με ακρίβεια το μέγεθος του εν λόγω κοινωνικού φαινομένου, ωστόσο αναδεικνύουν τη σοβαρότητά του ως φαινομένου που δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένη κουλτούρα, κοινωνικο-οικονομική τάξη, εθνικότητα, γλώσσα και θρησκεία. Τα εμπόδια που πρέπει να υπερκεράσει μια γυναίκα για να αποκαλύψει ότι είναι θύμα βίας ποικίλλουν και ενδεικτικά είναι τα κάτωθι:

•Ντροπή, ενοχή και αίσθηση ότι είναι υπεύθυνη γι’ αυτό που της συνέβη,
•Φόβος των αντιποίνων από τον δράστη,
•Φόβος κοινωνικού στίγματος και οικογενειακής απομόνωσης,
•Κοινωνική απομόνωση και αίσθηση ότι μόνη της πρέπει να το αντιμετωπίσει,
•Χαμηλή αυτοεκτίμηση,
•Έλλειψη ασφαλών επιλογών για τα παιδιά, εάν υπάρχουν,
•Ελλιπής πληροφόρηση για τα δικαιώματά της και τις υποστηρικτικές υπηρεσίες,
•Γλωσσικά και πολιτισμικά εμπόδια.

Οι πράξεις βίας θέτουν σε αμφισβήτηση το επίπεδο του πολιτισμού, του ανθρωπισμού και της συνείδησής μας ως έλλογων όντων και ως μελών μιας κοινωνίας που ανέχεται, με τη σιωπή ή με την ανεπαρκή αντίδρασή της, το θλιβερό αυτό φαινόμενο, ενώ αποτελούν προάγγελο εκδήλωσης και άλλων προβληματικών ή εγκληματικών συμπεριφορών σε βάρος, πλέον, των μελών της κοινωνίας, διότι η βία σε βάρος των γυναικών, φέρνει βία στην κοινωνία. Το μήνυμα που δίδεται είναι ότι κανένας δεν πρέπει να ανέχεται οιαδήποτε μορφή βίας. Ούτε να πιστεύει ότι ένα βίαιο περιστατικό δεν θα επαναληφθεί, διότι αν δεν σταματήσει το κακό στη ρίζα του, τότε σταδιακά η βία θα κλιμακωθεί και θα γίνει εντονότερη.

Η Πέττα Κατερίνα είναι Νομική Σύμβουλος του Συμβουλευτικού Κέντρου Γυναικών Δήμου Ζακύνθου